Greece. Brand New?

Ομιλία του Γιώργου Αναστασιάδη στην ημερίδα "Μια Συνεκτική Αναπτυξιακή Προοπτική της Ελλάδας Απέναντι στην Κρίση" του Ευρωπαϊκού Κέντρου Αριστείας Jean Monnet του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, που έγινε τη Δευτέρα, 2 Ιουλίου 2012

Ελλάδα: Μια ισχυρή χώρα προέλευσης για τα brands

Άρθρο μου από το λεύκωμα Brands4Greece (12/2012)

Μαύρο Χρυσάφι

Κάποιοι Έλληνες καταφέρνουν να παράγουν μαύρο χαβιάρι της υψηλότερης δυνατής ποιότητας

Μια εξαιρετική συνεντευξη της κυρίας Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ

Την συνέντευξη έδωσε η κυρία Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ στις 18/10/2012 στην κυρία Ευαγγελία Κακλειδάκη, στο maga.gr, από το οποίο και αναδημοσιεύεται.

Made in Greece σε 12 Βήματα

Μια σειρά άρθρων μου για το πώς θα χτίσουμε στην Ελλάδα διεθνή brands

23.12.10

Ανθρώπινο μέτρο & brand Greece

Στο προηγούμενο σημείωμά μου αναφέρθηκα στο ανθρώπινο μέτρο ως θεμιτό πυρήνα ενός ισχυρού Brand Greece. Σήμερα θα επιχειρήσω να τεκμηριώσω αυτήν τη θέση μου.

Κάθε άρτια σχεδιασμένο brand δίνει υποσχέσεις που αφενός βασίζονται στην αλήθεια του και στα θέλω του και αφετέρου, ταιριάζουν με την αλήθεια και τα θέλω αυτών στους οποίους απευθύνεται. Όταν αυτά ισχύουν, το brand έχει τις προϋποθέσεις επιτυχίας και πλέον το ζητούμενο είναι η σωστή εκτέλεση.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, το ανθρώπινο μέτρο συνδυάζει πολλά στοιχεία που πηγάζουν από την αλήθεια και τα θέλω της χώρας και των κατοίκων της - στον περιορισμένο βαθμό πάντα που αυτά έχουν κατασταλάξει. Ως φιλοσοφική έννοια το ανθρώπινο μέτρο γεννήθηκε στη χώρα μας. Πρωτοαναφέρεται και ορίζεται από τον Πρωταγόρα αλλά ουσιαστικά διέπει τη σκέψη των γνωστότερων από τους αρχαίους φιλοσόφους. Αλλά και η ίδια η ζωή στην αρχαία Ελλάδα επικεντρώνεται στον άνθρωπο και στην ανάπτυξή του, με την παιδεία, την άθληση και τις επιστήμες ως κυρίαρχα πρότυπα. Οι θεότητες είναι κατ’ εικόνα ανθρώπου, ενώ τα μνημεία και οι κατασκευές αποφεύγουν τα μεγέθη άλλων πολιτισμών.

Το κλίμα και η τοπογραφία της χώρας συνάδει και συνεισφέρει στο ανθρώπινο μέτρο. Δεν έχω να παραθέσω καλύτερο επιχείρημα από τον τρόπο που ο Ελύτης χρησιμοποιεί τον ελληνικό ήλιο, τη θάλασσα, τον ουρανό, ως φόντο κι έμπνευση του σύγχρονου ανθρώπου στον αγώνα του για ανάπτυξη και δημιουργία. Μπορεί να φαίνεται ότι οι σημερινοί Έλληνες μέσα από πράξεις και συμπεριφορές παρεκκλίνουν του ανθρώπινου μέτρου. Μα η, συχνά στα όρια της εμμονής, αντιπάθειά τους προς οτιδήποτε μεγάλο και επιθετικό και η αντίστοιχη εμμονή τους στο φιλικό προς τον άνθρωπο, δείχνουν ότι σε σχέση με άλλους λαούς η έννοια του ανθρώπινου μέτρου μας ταιριάζει.

Πολλοί θα πουν ότι άλλα χαρακτηριστικά ελληνικά στοιχεία που συνάδουν με το ανθρώπινο μέτρο φθίνουν, όπως για παράδειγμα οι στενοί οικογενειακοί δεσμοί, η κυριαρχία των μικρού μεγέθους επιχειρήσεων, η ανθρωποκεντρική ορθόδοξη θρησκεία, η διατήρηση της μικρής κλίμακας (π.χ. κυκλαδίτικης) αρχιτεκτονικής, το παρθένο τμήμα της ελληνικής φύσης, οι γεωργικές ασχολίες, η λιτή ελληνική/μεσογειακή διατροφή, η έμφαση στην παιδεία και τον πολιτισμό. Θα συμφωνήσω, μα ας αναλογιστούμε ότι όλα αυτά παραμένουν σημαντικά ισχυρότερα από ό,τι σε πολλές άλλες χώρες.

Θεωρώ ότι τα παραπάνω επαρκούν για να εξηγήσουν γιατί ένα τέτοιο εθνικό brand θα γινόταν θετικά αποδεκτό μεταξύ των κατοίκων της χώρας. Στα επόμενα άρθρα, θα καταπιαστώ με τη συνάφειά του με τις διεθνείς τάσεις και τα οφέλη που θα έφερνε στη χώρα.

Του Γιώργου Αναστασιάδη, αναδημοσιεύθηκε από το Μarketing Week, τεύχος 1317, 09/12/2010, στήλη Brand Forward

13.12.10

Brand New Greece

Είναι νόμος στο branding. Κανένα brand δεν εξάντλησε το δυναμικό του, ούτε επιβίωσε μακροπρόθεσμα, ακούγοντας απλά τους καταναλωτές. Οι τελευταίοι, έχουν μεν απαιτήσεις από αυτό, αλλά δεν γνωρίζουν τις δυνατότητές του ενώ υπάρχουν και ανταγωνιστικά brands που μπορούν να τους ικανοποιήσουν. Όσο σίγουρος δρόμος αποτυχίας είναι το να μην ακούς τους καταναλωτές, άλλο τόσο δεν οδηγεί πουθενά το να μην υπάρχει το όραμα και η πρωτοβουλία του ιδιοκτήτη στη διαμόρφωση και την εξέλιξη του brand. Και αυτό δεν ισχύει μόνο στα εμπορικά brands. Ισχύει ακόμη περισσότερο στο nation branding.

Η ισχύουσα σύνθεση του σημερινού "Brand Greece" έχει διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό από ξένους χωρίς το δικό μας όραμα και σχεδιασμό: Φυσιολογικά, επέλεξαν στερεοτυπικά στοιχεία που τους φαίνονταν ενδιαφέροντα και «εξωτικά» όπως ο αρχαίος πολιτισμός, η μυθολογία, η γεωγραφική θέση, η μορφολογία και το κλίμα και μια μετάφραση της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας, τύπου Αλέξη Ζορμπά. Έκτοτε, εμείς βασιστήκαμε σε αυτήν την εικόνα χωρίς τον ανάλογο εμπλουτισμό και εμβάθυνση, χωρίς την αποφασιστικότητα που θα έχτιζε ένα ξεκάθαρο στίγμα εντός και εκτός της χώρας.

Η έλλειψη συλλογικής γνώσης για σημαντικά κομμάτια της σύγχρονης ιστορίας μας επέτεινε το πρόβλημα. Η παγκοσμιοποίηση μας επηρέασε περαιτέρω ξεθωριάζοντας κάποια από τα στοιχεία που προανέφερα. Ζούσαμε όλο και περισσότερο όπως και οι υπόλοιποι συγκάτοικοί μας στο παγκόσμιο χωριό, οι γωνίες εξομαλύνονταν και η παγκόσμια μεταφορά της πληροφορίας ανέδειξε πολλά ουδέτερα ή και αρνητικά στοιχεία, μειώνοντας τον όποιο «εξωτισμό» έφερε το brand Greece για Έλληνες και ξένους, την όποια πιθανότητα να γίνει «lovebrand».

Σήμερα η «συνειδητοποίηση» και το «reset» που απαιτεί από Έλληνες και ξένους η οικονομική κρίση και οι δυνατότητες που προσφέρει η παγκοσμιοποίηση για γρήγορη μεταστροφή της εικόνας μιας χώρας, δημιουργούν ιδανικές προϋποθέσεις ώστε, ως ιδιοκτήτες του, να επανεξετάσουμε τη σύνθεση του brand Greece και να το επανατοποθετήσουμε σε Ελλάδα και εξωτερικό. Για να αξιοποιηθεί αυτή η ευκαιρία, πρώτο ζητούμενο είναι να αποστάξουμε ελληνική ιστορία, τοπογραφία, κουλτούρα, και συλλογικό υποσυνείδητο ώστε να επιλέξουμε τον πυρήνα γύρω από τον οποίο θα συνθέσουμε το νέο ελληνικό brand. Όσο απαιτητική μπορεί να φαίνεται μια τέτοια διαδικασία, η προσεκτική ανάλυση και η κοινή λογική οδηγεί σε μια μεγάλη ελληνική αξία που προσπαθήσαμε να επαναφέρουμε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες 2004 και χάθηκε στην πορεία: το «Ανθρώπινο Μέτρο». Ταιριαστό τόσο με την Ελλάδα και τους Έλληνες όσο και με τις ανάγκες του παγκόσμιου γίγνεσθαι.

Αλλά, θα εξηγήσω αυτήν μου τη θέση στο επόμενο άρθρο.




Του Γιώργου Αναστασιάδη, αναδημοσιεύθηκε από το Μarketing Week, τεύχος 1316, 06/12/2010, στήλη Brand Forward

5.12.10

Brands και ελληνικότητα

Πόσες και πόσες φορές δεν σας ζητήθηκε να αναδείξετε την ελληνικότητα ενός brand. Ή να ενσωματώσετε στην ταυτότητά του στοιχεία ελληνικότητας. Και είμαι βέβαιος ότι επανειλημμένα έχετε δει τη φράση «σύγχρονη ελληνικότητα» σε brief.


Έχω δει αυθεντικά ελληνικά brands ή προϊόντα, να απαρνιόνται την ταυτότητά τους και να προσπαθούν να γίνουν κοσμοπολίτικα είτε κυνηγώντας τον «πολυεθνικό» ηγέτη της κατηγορίας, είτε νομίζοντας ότι θα μιλήσουν σε ευρύτερα ή πιο νεανικά κοινά. Το πρόβλημα με τα συγκεκριμένα brands ήταν ότι έπαψαν να είναι περήφανα για την καταγωγή τους.

Έχω δει και brands που, ενώ είχαν μια αυθεντική ελληνικότητα στο μίγμα τους, προσπάθησαν να εισάγουν στοιχεία μιας «σύγχρονης ελληνικότητας». Και στην αναζήτηση αυτών των στοιχείων, «μπόλιασαν» το brand τους με στοιχεία και κώδικες που μπορεί να θεωρούνται σύγχρονα αλλά στην πραγματικότητα είναι παγκόσμια, δεν είναι ελληνικά. Σε αυτήν την περίπτωση το πρόβλημα δεν ήταν η έλλειψη περηφάνιας, η δυσκολία αποσαφήνισης του αν υπάρχει κάτι που μπορεί να οριστεί ως σύγχρονη ελληνικότητα και ποια είναι τα στοιχεία που την απαρτίζουν.

Και στις δύο περιπτώσεις, το συχνότερο αποτέλεσμα ήταν ότι τα brands έχασαν το στίγμα τους. «Κάηκαν» σύντομα ή είχαν μια βραχυπρόθεσμη επιτυχία ακουμπώντας μια ευαίσθητη χορδή της εποχής αλλά όταν η εποχή πέρασε, ξεπεράστηκαν και αυτά μαζί της.

Η λύση δεν είναι απλή. Αν και ως κοινωνία έχουμε ξεπεράσει την άκρατη ξενομανία της δεκαετίας του ‘80, δεν παύουμε να έχουμε πρόβλημα με τον ορισμό της ταυτότητάς μας. Δεν υπάρχει αυτοπεποίθηση, δεν υπάρχει καθαρή σκέψη, υπάρχει έλλειψη συνείδησης για το ποια είναι τα στοιχεία που μας κάνουν να ξεχωρίζουν. Προσθέστε σε αυτά και τη χαμένη ευκαιρία των εξαιρετικών Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 καθώς και όσα μας έφεραν στην οικονομική κρίση για να διαπιστώσετε τη δυσκολία του προβλήματος. Όταν ρωτά κανείς τους νεοέλληνες τι σημαίνει «καλή» σύγχρονη ελληνικότητα, λαμβάνει τις ίδιες στερεοτυπικές απαντήσεις που θα λάμβανε και πριν 20 χρόνια. Ήλιος και θάλασσα, ανεμελιά κι έξω καρδιά, Παρθενώνας και σουβλάκι, λίγο λιγότερο πολυμήχανο ελληνικό πνεύμα, λίγο λιγότερο μεράκι και φιλότιμο, λίγο λιγότερη πατρίδα, θρησκεία και οικογένεια. Άντε να προστεθεί και το νεότερο εύρημα της μεσογειακή δίαιτας - που την ανέδειξαν οι ξένοι για χάρη μας...

Επειδή λοιπόν η έννοια του «country of origin», εκτός από αγαπημένο μου θέμα αναζήτησης, αποτελεί και ένα από τα πιο ικανά στοιχεία ενδυνάμωσης και διαφοροποίησης brands και οικονομιών στον σύγχρονο κόσμο, θα αποτελέσει το θέμα που θα καταπιαστώ στα άρθρα μου τις επόμενες εβδομάδες.


Του Γιώργου Αναστασιάδη, αναδημοσιεύθηκε από το Μarketing Week, τεύχος 1315, 29/11/2010, στήλη Brand Forward.

Από την Κύμη στις διεθνείς αγορές

H συνταγή επιχειρηματικής επιτυχίας είναι απλή: Όταν μπορείς να φέρεις μια μεγάλη καινοτομία, μετράς τις πιθανότητες υιοθέτησής της από την αγορά και προχωράς σε μια αξιόπιστη διαδικασία branding ώστε να εξασφαλίσεις την ιδιοκτησία της καινοτομίας σου και να αυξήσεις τις πιθανότητες επιτυχίας.

Όταν πάλι δεν έχεις τη μεγάλη καινοτομία, επιλέγεις μια κατηγορία με δυναμική ανάπτυξης και προσφέρεις διαφοροποιημένα προϊόντα και υπηρεσίες ανταγωνιστικής ποιότητας. Κατόπιν ενισχύεις την αίσθηση ποιότητας, τη διαφοροποίηση και την εμπειρία του τελικού χρήστη με μια αξιόπιστη διαδικασία branding. Δυστυχώς στο περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας τα παραπάνω δεν είναι τόσο αυτονόητα. Όταν λοιπόν διαπιστώνω ότι ελληνικές επιχειρήσεις ακολούθησαν αυτήν την απλή λογική, τις αναδεικνύω.

Πριν δυόμισι χρόνια, δυο εμπνευσμένοι άνθρωποι, διαπιστώνοντας την ανάγκη για διαφοροποιημένες προτάσεις στην αγορά της μπίρας, αποφάσισαν να δημιουργήσουν μια μικροζυθοποιία. Ο ένας, ο Σοφοκλής Παναγιώτου, ανήκει στη νέα γενιά διακεκριμένων οινολόγων που παράγει η χώρα. Αλλά δε στάθηκαν μόνο στην πλούσια εμπειρία του και έβαλαν στο παιχνίδι και έναν αξιόλογο άγγλο οινολόγο. Δημιούργησαν state-of-the-art εγκαταστάσεις στην Κύμη Ευβοίας. Αποφάσισαν να προσφέρουν στην αγορά φρέσκια, εμφιαλωμένη, μη παστεριωμένη μπίρα, διαφοροποιημένων γεύσεων, μέσα από την αξιοποίηση του αρωματικού και γευστικού πλούτου της καλύτερης ποιότητας βύνης και ολόκληρων ανθών λυκίσκου. Για μια μπίρα χρησιμοποίησαν ακόμη και θυμαρίσιο μέλι. Έθεσαν ως benchmarks τις καλύτερες μικροζυθοποιίες της βρετανικής αγοράς. Πριν βγουν στην αγορά, οι μπίρες τους σκόραραν εξαιρετικά σε blind tests στην Αγγλία απέναντι σε μεγάλα ελληνικά και βρετανικά brands.

Αποτάθηκαν σε αναγνωρισμένη ελληνική εταιρεία συμβούλων branding για την ανάδειξη της προσπάθειάς τους. Έτσι δημιουργήθηκε to brand «Septem», που στα λατινικά σημαίνει «επτά», τον αριθμό της δημιουργίας, που αποτέλεσε έμπνευση ώστε κάθε τύπος μπίρας να έχει το όνομα μιας ημέρας της εβδομάδας. Χρησιμοποίησαν υλικά συσκευασίας υψηλού κόστους και αισθητικής. Και τέλος, για την αρχική διανομή των προϊόντων τους διάλεξαν σημεία πώλησης που έδειχναν να εκτιμούν την υπεροχή της προσφοράς τους.

«Μα πως θα αποσβεσθεί μια τόσο μεγάλη προσπάθεια;» αναρωτήθηκαν πολλοί. Κι όμως τα αποτελέσματα είναι συνεχώς και γρήγορα αυξητικά. Μεγάλοι λιανέμποροι αποζητούν να βάλουν τα προϊόντα στα καταστήματά τους. Και το πιο σημαντικό, συνεχώς ακούω παντού για αυτές τις νέες εξαιρετικής ποιότητας μπίρες. H Septem (http://www.septem.gr/) ανακηρύχθηκε η μπίρα με το καλύτερο branded concept στο Ιnternational Beer Challenge. Και πλέον ανοίγει τα φτερά της για τις διεθνείς αγορές. Τόσο απλά.

Του Γιώργου Αναστασιάδη, αναδημοσιεύθηκε από το Μarketing Week, τεύχος 1314, 18/11/2010, στήλη Brand Forward.